Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2009

σ' όποιαν εποχή

σ’ ένα ιερό της Ίσιδος κάπου στις Θήβες
ως μ’ έλουζες στα σκοτεινά σ’ ένα λουτήρα
μου ‘πες μαζί θα ξεγελάσουμε τη μοίρα
κι ύστερα γίναμε στην άμμο πυραμίδες

καθώς τα χέρια μας σμιλεύαν του Φειδία
πα στη ζωφόρο τη λευκή του Παρθενώνα
μου πες θα σ’ αγαπώ ως τη δύση του αιώνα
και στην πεντελική αφεθήκαμε ακαμψία

Τη νύχτα που έσβηνε στη λήθη η Πομπηία
σ’ εναγκαλίστηκα φορά στερνή και πρώτη
μου ‘ταξες να μου δόσεις την αιώνια νιότη
κι ύστερα γίναμε δυο γύψινα εκμαγεία

σ’ είχα και πλάι μου, και μέσα και κοντά μου
μαζί μου σ’ όποιαν εποχή σ’ όποια πατρίδα
τώρα κοιμάμαι μοναχά με την ελπίδα
να ρθεις και στ’ όνειρο ν’ αγγίξεις τα μαλλιά μου