Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

μακάρι

Όσοι έχουνε αντί ψυχή, μαύρο σκληρό γρανίτη
επιβιώνουν –σου ‘λεγαν- σε τούτο τον καιρό
τους πίστεψες και πιάστηκες στο ίδιο σου το δίχτυ
πνίγοντας σε μια κουταλιά τα αισθήματα νερό

Και ξάφνου είδες γύρω σου να συνωθούνται χίλιοι
άνθρωποι που κατάσαρκα το δέρμα είχαν φιδιού
κυνέρωτες με κόκκινα νύχια μαλλιά και χείλη
η λάμψη που τους κάλεσε του δολερού χρυσού

σαν την προπαίδεια έμαθες καλά να προσποιείσαι
ντυμένος στης ευτέλειας τα ρούχα τ’ ακριβά
ότι έχεις είσαι …κι όχι πια ότι στ’ αλήθεια είσαι
μα μέσα σου φριχτό κενό νιώθεις καμιά φορά

είναι τις νύχτες που το φως σου ρίχνει το φεγγάρι
που της συνείδησης η ηχώ μέσα σου ξαγρυπνά
και λες ας ήμουν άνθρωπος για μια στιγμή μακάρι
να αγάπαγα, να αγαπηθώ λιγάκι αληθινά

1 σχόλια:

Seagull είπε...

Θέλοντας να ελπίζω πως δεν έχεις αντίρρηση, αναδημοσίευσα το ποίημά σου αυτό (με παραπομπή στην πηγή, βεβαίως...) και στο άλλο μου ιστολόγιο, εδώ:
http://eaglestefanos.blogspot.com/2009/03/blog-post_26.html